Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2017

Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944

Κείμενο: Νίκος Μέντζας

Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου του 1944 διοργανώνεται από το ΕΑΜ μαζική διαδήλωση στο κέντρο της Αθήνας, μετά την παραίτηση έξι υπουργών του ΕΑΜ (Η. Τσιριμώκος, Α. Σβώλος, Γ. Ζεύγος, Ν. Ασκούτσης, Μ. Πορφυρογένης, Α. Αγγελόπουλος) από την κυβέρνηση μαριονέτα του Γεωργίου Παπανδρέου. Αφορμή υπήρξε η, κατά παράβαση της Συμφωνίας της Καζέρτας, άρνηση της κυβέρνηση για τον αφοπλισμό της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας. Το τμήμα αυτό βρισκόταν στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μαζί με την (αυτό)εξόριστη κυβέρνηση, και ήταν επανδρωμένο αποκλειστικά από φιλομοναρχικούς αξιωματικούς και στρατιώτες. Αυτό σήμαινε ότι θα χρησίμευε υποστηρικτικά στα μεταπολεμικά σχέδια της Μεγάλης Βρετανίας για την επαναφορά του βασιλιά Γεώργιου Β’ και την αποικιακή πολιτική που σκόπευε αυτή να ασκήσει στην Ελλάδα. Ο αστός φιλελεύθερος πολιτικός Γεώργιος Καφαντάρης ονόμαζε τη στρατιωτική αυτή μονάδα “Ταξιαρχία Πραιτωριανών”, δηλώνοντας έτσι ότι μοναδικό σκοπό είχε την επαναφορά του βασιλιά στην Ελλάδα.
Τις ταραγμένες εκείνες μέρες, όταν άρχισαν να διαφαίνονται τα σημάδια της επικείμενης εμφύλιας σύγκρουσης, ο βρετανός πρέσβης στην Αθήνα, Reginald Leeper, περιχαρής έστελνε τηλεγράφημα στο Λονδίνο λέγοντας ότι “είμαι χαρούμενος γιατί η περίοδος εφησυχασμού (στην Ελλάδα) έχει περάσει”. Βασικός στόχος και κεντρικός άξονας των βρετανικών επιδιώξεων, πριν ακόμα από την απελευθέρωση της Ελλάδας, ήταν η συντριβή του ΕΑΜ και της αριστεράς με οποιοδήποτε κόστος. Ο τότε πρωθυπουργός της Αγγλίας, Winston Churchill, όπως σημειώνει στο βιβλίο του “Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος” με επιστολή του στον στρατηγό Ronald Scobie, έδινε την εξής εντολή:
“Έδωσα οδηγίες στον στρατηγό Ουίλσων (σ.σ. Henry Wilson - ο αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων στη Μεσόγειο) να σας αφήσει όλες τις δυνάμεις σας και να σταλούν σε εσάς όλες οι δυνατές ενισχύσεις. Είστε υπεύθυνος για την διατήρηση της τάξεως στην Αθήνα και οφείλετε να εξουδετερώσετε ή να διαλύσετε όλες τις ομάδες ΕΑΜ - ΕΛΑΣ που θα πλησιάσουν στην πόλη. Μην διστάσετε να πυροβολήσετε εναντίον οποιουδήποτε ενόπλου, που θα προσπαθήσει να αψηφήσει την βρετανική εξουσία στην Αθήνα ή την ελληνική εξουσία για λογαριασμό της οποίας ενεργούμε. Μη διστάσετε όμως να ενεργείτε σα να βρίσκεστε σε μια κατακτημένη πόλη, όπου θα ξεσπούσε μια τοπική εξέγερση. Πρέπει να κρατήσουμε και να κυριαρχήσουμε στην Αθήνα, χωρίς να χυθεί αίμα, αν είναι δυνατόν, αλλά και με αίμα, αν είναι αναπόφευκτο.”
Είναι γεγονός ότι η βρετανική πλευρά έκανε τα πάντα για να οδηγήσει το απελευθερωτικό κίνημα της Ελλάδας σε σύγκρουση με την συντηρητική παράταξη και κατ’ επέκταση σε έναν εμφύλιο πόλεμο. Με τον τρόπο αυτό θα είχε τη δυνατότητα να στοχοποιήσει, να αποδυναμώσει και να παραγκωνίσει το κίνημα και την επιρροή του στα ελληνικά πράγματα. Το ΕΑΜ, με το τέλος του πολέμου, είχε την πρωτοκαθεδρία στην ύπαιθρο, αλλά και στα αστικά κέντρα. Αυτό στεκόταν εμπόδιο στα σχέδια των Άγγλων, που μεθόδευαν την επαναφορά του βασιλιά και την εγκαθίδρυση ενός κράτους της (ακρο)δεξιάς, για την εξυπηρέτηση των γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι αγγλικές δυνάμεις, πέρα από την κατασκοπία και την αποστολή ομάδας για την διεξαγωγή της επιχείρησης Harling (Γοργοπόταμος), δεν συνέδραμαν με στρατιωτικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια της κατοχής σε κρίσιμες για την Ελλάδα στιγμές, ακόμα και όταν αυτό τους ζητήθηκε. Αλλά και αυτή η μοναδική τους η συνδρομή είχε καιροσκοπικό χαρακτήρα, προπαρασκευάζοντας τις συνθήκες για την επικείμενη εισβολή και εδραίωσή τους. Αντιθέτως, είναι γνωστές οι κινήσεις τους να εξοπλίσουν τους δωσίλογους, τους ταγματασφαλίτες και τους συνεργάτες των Ναζί εναντίον του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, ακόμα και πριν από τις μάχες του Δεκέμβρη. Σύμφωνα με μεταγενέστερη μαρτυρία του στρατηγού και υφυπουργού στρατιωτικών Λεωνίδα Σπαή στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, στις αρχές Δεκεμβρίου 1944 εντάχθηκαν στην εθνοφρουρά περίπου 12.000 αξιωματικοί και οπλίτες των ταγμάτων ασφαλείας, κάτω από την διοίκηση των Άγγλων. Σύμφωνα με τη Συμφωνία της Καζέρτας βέβαια, τα τάγματα ασφαλείας είχαν χαρακτηριστεί “εχθρικές δυνάμεις”…
Παπανδρέου και Scobie
Η διακαής επιθυμία του Churchill να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την σύγκρουση με το ΕΑΜ, εκφράζονται και από τον ίδιο τον Άγγλο αποικιοκράτη πολιτικό σε σημείωμά του προς των υπουργό Εξωτερικών Anthony Eden, με ημερομηνία 7 Νοεμβρίου 1944, όπου επεσήμαινε τα παρακάτω:

“1. Κατά τη γνώμη μου, αφού έχουμε πληρώσει στη Ρωσία το τίμημα για να επιτύχουμε ελευθερία δράσεως στην Ελλάδα, δεν πρέπει να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε βρετανικές δυνάμεις για να υποστηρίξουμε τη βασιλική ελληνική κυβέρνηση υπό τον Παπανδρέου.
2. Αυτό σημαίνει ότι οι βρετανικές δυνάμεις, βεβαίως, θα επέμβουν για να παρεμποδίσουν την εκτέλεση παράνομων πράξεων. Ο Παπανδρέου, σίγουρα, μπορεί να κλείσει τις εφημερίδες του ΕΑΜ, αν το ΕΑΜ υποκινήσει απεργία Τύπου.
3. Ελπίζω ότι η ελληνική ταξιαρχία (3η Ορεινή) θα φτάσει σύντομα και ότι δεν θα διστάσει να ανοίγει πυρ όπου είναι αναγκαίο. Γιατί να στείλουμε μόνο μια ταξιαρχία της ινδικής μεραρχίας; Χρειαζόμαστε άλλες 8 με 10 χιλιάδες στρατιώτες για να κρατήσουμε, για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης, την πρωτεύουσα και τη Θεσσαλονίκη. Το θέμα επέκτασης της ελληνικής εξουσίας πρέπει να το εξετάσουμε αργότερα. Περιμένω ανοιχτή σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν πρέπει να την αποφύγουμε, υπό την προϋπόθεση ότι έχουμε διαλέξει με προσοχή το έδαφος.”
Όλες οι διαπραγματεύσεις και οι κινήσεις για την προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων ώστε να αποφευχθεί ο εμφύλιος είχαν, από τη μεριά των Άγγλων (και κατ’ επέκταση της εντολοδόχου ελληνικής κυβέρνησης), μια και μόνο σκοπιμότητα: το ροκάνισμα του χρόνου για την περαιτέρω αποστολή βρετανικών στρατευμάτων, στοχεύοντας στην ενίσχυση του στρατοπέδου των μοναρχικών και την μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων. Η Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος είχαν σταλεί στην Ελλάδα για να δημιουργήσουν προσωρινά ένα αντίπαλο δέος στις υπέρτερες δυνάμεις του ΕΛΑΣ μέχρι την αγγλική ενίσχυση. Με λίγα λόγια, οι Άγγλοι ηγέτες θα θεωρούσαν επιτυχημένη την παρέμβασή τους στα ελληνικά πράγματα μόνον εφόσον η χώρα οδηγούταν σε εμφύλια σύρραξη.
Η στάση των έταιρων “συμμάχων”, της Σοβιετικής Ένωσης, ως προς την Ελλάδα κυμαινόταν από ουδέτερη μέχρι συναινετική, ανάλογα με τις συγκυρίες. Ακόμα και μετά από αλλεπάλληλες εκκλήσεις του ΚΚΕ για στήριξη, ή έστω ενημέρωση για τις διεθνείς αποφάσεις που είχαν ληφθεί, η σοβιετική πλευρά απέκρυπτε, απέφευγε ή έδινε αόριστες συμβουλές κατευναστικών κινήσεων. Μέσα στα πλαίσια της νεοαποικιακής αναδιανομής, ο Churchill είχε λάβει το πράσινο φως από τον Stalin για να χειριστεί την ελληνική περίπτωση “εν λευκώ”. Τον Οκτώβριο του 1944 είχε κλείσει η συμφωνία μεταξύ των δυο ηγετών ως προς τη γεωπολιτική μοιρασιά, οπότε η Ελλάδα περνούσε στα χέρια της Αγγλίας, με ένα συμβολικό ποσοστό της τάξης του 90% και χωρίς καμία προσπάθεια από μέρους του Στάλιν, νομικής διασφάλισης ή στοιχειώδους προστασίας του εαμικού κινήματος. Ακόμα και τις μέρες των μαχών του Δεκέμβρη, η στάση του σοβιετικού ηγέτη ήταν κάτι παραπάνω από συναινετική. Σε επιστολή του προς τον Καναδό ομόλογό του (με ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου 1915), ο Βρετανός πρωθυπουργός θα σημειώσει ότι “είχα την προφορική συγκατάθεση του Στάλιν για να μπούμε στην Ελλάδα και να ελευθερώσουμε την Αθήνα. Αν και οι κομμουνισταί είναι στη βάση της όλης υποθέσεως, ο Στάλιν δεν διετύπωσε επισήμως έως τώρα την παραμικρή κριτική για τις πράξεις μας”.
Ο πρώην Γ.Γ. του ΚΚΕ Γρηγόρης Φαράκος, στο βιβλίο του “Μαρτυρίες και Στοχασμοί 1941 - 1991” θα περιγράψει με μια σχετική ακρίβεια την στάση της Σοβιετικής Ένωσης απέναντι στην ελληνική αντίσταση, αλλά και στους Έλληνες “συντρόφους”:
“Η στάση του Στάλιν στα ελληνικά πράγματα, ήταν διφορούμενη από την αρχή μέχρι το τέλος. Η Ελλάδα δεν ήταν μεταξύ των πρώτων προτεραιοτήτων της σοβιετικής πολιτικής. Ο Στάλιν παραμένει συνεπής στην αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας των Άγγλων στα ελληνικά πολιτικά πράγματα, γεγονός που σημαίνει ότι δεν επιφυλάσσει κανένα άλλο ρόλο στο εαμικό κίνημα, παρά μόνον εκείνον του μοχλού πίεσης.”
Τον Οκτώβριο του '44, ο Churchill και ο Stalin συναντήθηκαν στη Μόσχα για το "μοίρασμα" των Βαλκανίων
Πριν ακόμα από τα γεγονότα του Δεκέμβρη, σημειώνονταν συγκρούσεις μεταξύ αντιστασιακών ομάδων του ΕΑΜ και διαφόρων αντιδραστικών δυνάμεων που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο είχαν συνεργαστεί με τους Ναζί και προέρχονταν από τον χώρο του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου (Χ, ΠΑΟ, Χωροφυλακή κ.α.). Οι δυνάμεις αυτές είχαν την απροκάλυπτη ηθική και έμπρακτη στήριξη των Άγγλων, έτσι ώστε να αρχίσουν να ασκούν τη “λευκή τρομοκρατία” εναντίον εαμιτών, αντιμοναρχικών και δημοκρατικών πολιτών. Μπροστά στις εξελίξεις αυτές, ταυτοχρονα με την εξαίρεση της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας από τον αφοπλισμό, την αθέτηση των επίσημων συμφωνιών από την αγγλική μεριά και την διαφαινόμενη ένταξη στην εθνοφυλακή στελεχών των ταγμάτων ασφαλείας, η εφημερίδα “Ριζοσπάστης” δημοσίευσε, στις 30 Νοεμβρίου του 1944, άρθρο μέσω του οποίου διαμήνυε τα εξής:
“Ζητάμε τη διάλυση όλων των εθελοντικών δυνάμεων, του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ, της Ορεινής Ταξιαρχίας, του Ιερού Λόχου και των άλλων δημιουργημάτων της Μέσης Ανατολής. Ζητάμε η κακόφημη χωροφυλακή να σταλή στα σπίτια της. Ζητάμε να δικασθούν οι κυριότεροι ηγέτες της εθνικής προδοσίας ως τις 10 Δεκεμβρίου (σ.σ. καταληκτική ημερομηνία που είχε ορίσει η αγγλική ηγεσία για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ).
Η αντίδραση κατ’ ουσίαν ζητεί να διαλυθή μόνον ο ΕΛΑΣ, αφού απ’ αυτόν δεν θα μείνει παρά μια μόνον ταξιαρχία (σ.σ. ο ΕΛΑΣ, κατά την απελευθέρωση, απαρτιζόταν από 80.000 - 100.000 μαχητές). Από τον ΕΔΕΣ θα διατηρηθή η μισή δύναμή του, αφού κι αυτός θα συγκροτήση μια ταξιαρχία διατηρώντας έτσι τις 3.000 άνδρες από το σύνολο των 6.000 ανδρών, που έχει σήμερα (σ.σ. για να καθοριστεί το στίγμα θα πρέπει να σημειωθεί η στροφή (;) του Ναπολέοντα Ζέρβα, αρχηγού του ΕΔΕΣ, πριν το τέλος του πολέμου, προς την παλινόρθωση του θρόνου και η μετέπειτα υπουργοποίησή του, καθώς και το γεγονός ότι ο ΕΔΕΣ Αθήνας ήταν στελεχωμένος από πρόσωπα που συνεργάζονταν ανοιχτά με τον κατακτητή όπως ο Βουλπιώτης, ο Βαρδινογιάννης κ.α.). Ολόκληρη η Ορεινή Ταξιαρχία και ολόκληρος ο Ιερός Λόχος θα διατηρηθούν… (σ.σ. δεδομένου του καθαρά φιλομοναρχικού χαρακτήρα των δυο αυτών μονάδων, γίνεται φανερό το ποσοστό ισορροπίας δυνάμεων και αντιπροσώπευσης, στην προβλεφθείσα εθνοφρουρά).
Θέλετε να διαλυθή ο ΕΛΑΣ στις 10 Δεκεμβρίου; Θα διαλυθή. Το ίδιο όμως πρέπει να γίνει και με όλα τα άλλα εθελοντικά σώματα. Τούτο απετέλεσε τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η εθνική κυβέρνηση… Εάν κύριοι αντιδραστικοί, δεν θέλετε να διαλυθούν όλα τα εθελοντικά σώματα και δεν θέλετε να δικασθούν αμέσως οι μεγαλόσχημοι συνεργάτες του εχθρού, τότε όλα αυτά σημαίνουν ότι θεωρείτε τους Έλληνες ανόητους. Απαιτείτε τα όπλα τους, για να μπορείτε να τους παραδώσετε στους δημίους τους…”
Τα Τάγματα Ασφαλείας, που έδρασαν στην κατοχή, συνεργάστηκαν άμεσα (και με μεγάλη επιτυχία, σύμφωνα με τους πάτρωνές τους) με τους Ναζί σε μαζικές σφαγές και ολοκαυτώματα εναντίον Ελλήνων και ελληνικών χωριών. Ορκίζονταν απόλυτη υπακοή "εις τας διαταγάς του ανωτάτου αρχηγού του γερμανικού στρατού Αδόλφου Χίτλερ" και συμμετείχαν σε εορταστικές εκδηλώσεις για τα γενέθλια του Φύρερ και σε άλλες εθνικές εορτές του Γ' Ράιχ. Γενικός προϊστάμενος τους ήταν ο αντιστράτηγος των Waffen SS, Walter Schimana. Αρκετά χρόνια αργότερα, επί χούντας νομοθετήθηκε, σύμφωνα με το διάταγμα 179, η κρατική συνταξιοδότηση των υπηρετησάντων στα Τ.Α., η παροχή προνομίων, η υπηρεσιακή ανέλιξή τους και η εισαγωγή των γόνων τους στο Δημόσιο και σε ΑΕΙ.

Στις 3 του Δεκέμβρη, το ΕΑΜ καλεί σε συλλαλητήριο διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα τους κατοίκους της Αθήνας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ, στο συλλαλητήριο έδωσαν το παρόν περίπου 500.000 πολίτες, παρά την απαγόρευση του Παπανδρέου. Αν ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός ότι το ΕΑΜ είχε την πρωτοκαθεδρία, και μάλιστα με μεγάλη διαφορά, της πολιτικής επιρροής και ότι η πλειοψηφία του λαού δεν επιθυμούσε την επάνοδο του βασιλιά, τότε ο αριθμός μπορεί και να μην απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Ο Churchill, σε μήνυμά του προς την ηγεσία των ΗΠΑ, θα εκμυστηρευθεί ότι “πρέπει ειλικρινά να ομολογήσω ότι ποτέ δεν γνώριζα πως το ΕΑΜ είναι τόσο ισχυρό”. Όπως και να είχε, το μακελειό που θα ακολουθούσε σε λίγο επρόκειτο να σημαδέψει και να επιταχύνει ραγδαία τις εξελίξεις, οι οποίες οδηγούσαν στον εμφύλιο και τα πέτρινα μεταπολεμικά χρόνια (δεν θα ήταν υπερβολή αν κάναμε λόγο για τις επόμενες δεκαετίες). Εκείνο το πρωί δημοσιεύθηκε στο “Ριζοσπάστη”, άρθρο με την υπογραφή του Γιάννη Ζεύγου, το οποίο ξεκαθάριζε τις προθέσεις της αντίπαλης μεριάς:
“Ο πρόεδρος της κυβέρνησης σκόρπισε απλόχερα άφθονες επαγγελίες. Όμως στην πράξη ποιες λύσεις έδωσε; …
… Με πίεση πάρθηκε η απόφαση για τη σύλληψη των προδοτών των ταγμάτων ασφαλείας και της Ειδικής. Και χάρις στην κατακραυγή του λαού πιάστηκαν λίγοι προδότες Ράλληδες, από πατριώτες αστυνομικούς. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες δουλεύουν να ματαιώσουν τις δίκες και να σώσουν τους δοσίλογους. Όσοι πιάστηκαν είνε ελεύθεροι να φύγουν οποιαδήποτε ώρα από του “Αβέρωφ”, είτε απ’ τη Σχολή Χωροφυλακής. Γι αυτό και απ’ όλη την Ελλάδα τους μαζεύουν εδώ, όπου υπολογίζουν πως υπάρχει κράτος προδοτών. Στις επαρχίες ο υπουργός της Δικαιοσύνης διώρισε δοσίλογους στη θέση των κυβερνητικών επιτρόπων. Γιατί αυτό το τερατώδες φαινόμενο; …
(το στρατιωτικό πρόβλημα) βρίσκεται στο κέντρο της κυβερνητικής πολιτικής. Ν’ αφοπλίσουν τον ΕΛΑΣ και να δημιουργήσουν στρατό της αντίδρασης. Γι αυτό το σκοπό δουλεύει ένα δίχτυ παρακυβερνητικό από το Υπουργείο των Στρατιωτικών και το Επιτελείο ως το Γονατά. Και μηχανεύεται τα πάντα. Σχεδιάζουν την οργάνωση Εθνοφυλακής έτσι που να είνε σώμα πραιτωριανών. Συγκεντρώνουν στην Αθήνα απ’ όλη την Ελλάδα κάθε αντιδραστικό στοιχείο. Φέρνουν στην Αθήνα τους συμμορίτες του Παπαδόγκωνα, του Παπαθανασόπουλου. Φέρνουν προδότες κρατούμενους απ’ όλη την Ελλάδα. Φέρνουν τους χωροφύλακες απ’ όλες τις πόλεις. Η κυβέρνηση της εθνικής ενότητας ανασυγκροτεί την ένοπλη δύναμη των Γερμανών ενάντια στο λαό, ενώ δεν δέχεται να μπει στην Αθήνα η ΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ …
… Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας, μ’ αυτά τα μέτρα οργανώνει διχτατορικές λύσεις σε βάρος του λαού. Γι αυτό επιδιώκει τη διάλυση της Πολιτοφυλακής και του ΕΛΑΣ και της διατήρηση της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου. Δυστυχώς σ’ όλη αυτή την πολιτική της βρίσκει συνεργάτη και καθοδηγητή της το στρατηγό Σκόμπυ, που η δράση του αποτελεί ένα πρωτοφανές σκάνδαλο και θυμίζει τν εποχή του Όθωνα. Στη Γκαζέρτα της Ιταλίας έγινε σύμφωνο σχετικά με τα καθήκοντα του στρατηγού Σκόμπυ στην Ελλάδα. Σαν πρώτο άρθρο είχε όρους που αναγνώριζαν την επέμβαση του στα εσωτερικά της χώρας. Με την επιμονή μας διαγράφτηκε αυτό το άρθρο και το καθήκον του στρατηγού Σκόμπυ περιορίστηκε στο να βοηθήσει στην απελευθέρωση της Ελλάδας απ’ τους καταχτητές. Δε μας ενδιαφέρει εδώ η βοήθεια, που μας έδωσε ο στρατηγός Σκόμπυ στον αγώνα της απελευθέρωσης. Μας ενδιαφέρει όμως τούτο: σε κάθε κυβερνητικό είτε σε μη κυβερνητικό μέτρο ο στρατηγός Σκόμπυ και ο κ. Λήπερ βάνουν τη ρυθμιστική τους σφραγίδα προς όφελος της αντιδραστικής δεξιάς. Στην οργάνωση της Εθνοφυλακής, στην μεταφορά χωρικών και προδοτών και συμμοριτών των ταγμάτων στην Αθήνα. Ακόμα οι υπηρεσίες του πιάνουν Έλληνες πολίτες, αποφυλακίζουνε κρατούμενους προδότες από του “Αβέρωφ” και από άλλες φυλακές, διοχετεύουν άφθονα όπλα. Ζητούν υπεύθυνες δηλώσεις από υπουργούς της κυβέρνησης. Ο στρατηγός Σκόμπυ τέλος ζητάει αποστράτευση του ΕΛΑΣ σύμφωνα με απόφαση της κυβέρνησης, όπως γράφει, δίχως να υπάρχει τέτια απόφαση.
Που τη βρήκε αυτή την απόφαση και αυτά τα δικαιώματα ο κ. Σκόμπυ στην Ελλάδα, όπου αχνίζει ακόμα το αίμα των παιδιών της, που έπεσαν για τη λευτεριά της; …
… Έτσι ύστερα από ενάμιση σχεδόν μήνα ύπαρξης και δράσης της κυβέρνησης εθνικής ενότητας στην ελεύθερη πατρίδα, ένα ζήτημα εξακολουθεί να την απασχολεί: το πώς θα αφοπλίσει τον ΕΛΑΣ και θα ξαναδέσει το λαό. Και αυτό το ανόσιο έργο το επιδιώκει με τα ίδια μέσα, που το επεδίωκαν και οι Γερμανοί: με τους συμμορίτες των ταγμάτων, με τους χωροφύλακες, με τους πεμπτοφαλαγγίτες.”

Από νωρίς το πρωί εκείνης της συννεφιασμένης μέρας ο κόσμος άρχισε να κατακλύζει την πλατεία Συντάγματος, αποφασισμένος να διατρανώσει την αντίθεσή του στα σχέδια των αποικιοκρατών και των συνεργατών τους. Σύμφωνα με το χρονικό του “Ριζοσπάστη” της εποχής, “η πλατεία Συντάγματος ήταν έτοιμο πολεμικό στρατόπεδο. Εγγλέζικα τάνκς στο κέντρο και στις παρόδους. Μεγάλες δυνάμεις αστυνομικών έφραζαν τις εισόδους στην πλατεία. Και περίμεναν τον εχθρό.
Ξαφνικά, στις 8μιση, φάνηκε ο εχθρός. Ακούστηκε πρώτα η βουή του, μια βουή ανταριασμένης θάλασσας που όλο έρχεται, έρχεται, δυναμώνει με το σάλαγό της τα πάντα. Αμέτρητες χιλιάδες λαού ανεβαίνουν αργά, ποταμός ακράτητος, μέσα σε ένα αποθεωτικό σύννεφο από κραυγές, σημαίες, τραγούδια, γροθιές υψωμένες, σα να προχωρούν σε γιορτή αλλόκοτη …
Απ’ την οδό Μητροπόλεως και από την οδό Καραγιώργη Σερβίας η λαοθάλασσα μπουκάρησε στην πλατεία σπάζοντας στο λεπτό, σαν αχεράκια, τις ζώνες των αστυφυλάκων.”
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατεθούν χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τις ανταποκρίσεις έγκριτων ξένων δημοσιογράφων, τα οποία συμπεριέλαβε στο βιβλίο του “Η Ελλάδα σε επαναστατική περίοδο - Σαράντα χρόνια αγώνες”, ο Λευτέρης Σταυριανός, καθηγητής ιστορίας σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και του Καναδά. Ο Leland Stowe, σε άρθρο του στη εφημερίδα “New York Post”, με ημερομηνία 11 Φεβρουαρίου 1945, σημειώνει:
“Όλες οι ενδείξεις που κατόρθωσα να μαζέψω κατά την περίοδο μεταξύ της 12ης Οκτωβρίου (ημέρα απελευθέρωσης) και της 3ης Δεκεμβρίου (ημέρα έναρξης των μαχών στην Αθήνα) συμφωνούν απολύτως με την ετυμηγορία του Μ. Φόντορ (“Chicago Sun”), του πλέον πεπειραμένου δημοσιογράφου στην Ελλάδα κατά την διάρκεια εκείνων των εβδομάδων, και μιας από τις μεγαλύτερες αυθεντίες επί βαλκανικών θεμάτων. Ο Φόντορ είπε: Μέσα σε 25 χρόνια έχω δει σχεδόν όλες τις επαναστάσεις της Ευρώπης. Αυτή εδώ ήταν η πιο ήρεμη και πολιτισμένη επανάσταση που έχω δει ποτέ, μέχρι τη στιγμή που η αστυνομία άρχισε να πυροβολεί και οι Άγγλοι επενέβησαν.”
Τη συνέχεια θα μας τη διηγηθούν ανταποκριτές ξένων εφημερίδων, που έζησαν τα γεγονότα από κοντά.
“… Είδα έξι βρετανικά τανκς διαταγμένα γύρω απ’ αυτή την περιοχή… Ξαφνικά, η αστυνομία, σα να ήταν από πριν προετοιμασμένη για μια τέτοια κίνηση, έκαμε γρήγορα προς τα πίσω τρία μέτρα περίπου, γονάτισε και άρχισε να πυροβολεί εναντίον των διαδηλωτών. Το πλήθος έτρεξε προς τα δεξιά για να καλυφθεί από τον τοίχο.
Οι αστυνομικοί εξακολούθησαν να πυροβολούν εναντίον των τραυματισμένων… Στο διάστημα αυτό καταδιωκτικά αεροπλάνα εξακολουθούσαν να πετούν πάνω από την Αθήνα απ’ όλες τις κατευθύνσεις… Εκδηλώνοντας την απογοήτευση μου για τα όσα είχαν γίνει, άκουσα ότι ο υπουργός… υποστήριζε τη θέση ότι έπρεπε να γίνουν, ότι έπρεπε να τηρηθεί ο νόμος και η τάξη και μου ζήτησε να μην ανησυχώ γιατί μέσα σε δυο μέρες τα πάντα θα έχουν τεθεί υπό έλεγχο.”
(Ανταπόκριση – “Chicago Sun”)
“Ένα τμήμα των διαδηλωτών, κυρίως κορίτσια και αγόρια με λίγους ενήλικους, άρχισε να αποχωρεί από την πλατεία, προφανώς πηγαίνοντας προς το υπουργείο Εξωτερικών, όπου είναι το γραφείο του Πρωθυπουργού.
Καθώς η διαδήλωση είχε μισοδιασχίσει την οδό Πανεπιστημίου - σχεδόν μπροστά στο ξενοδοχείο “Μεγάλη Βρετανία”, όπου μένουν Βρετανικοί αξιωματικοί - η αστυνομία άνοιξε πυρ με τουφέκια και τόμυγκανς. Το πλήθος αμέσως έπεσε στο έδαφος για να αποφύγει τις σφαίρες, αλλά η αστυνομία συνέχισε να πυροβολεί.
Όταν σταμάτησε, οι διαδηλωτές σηκώθηκαν και άρχισαν να μαζεύουν τους τραυματίες και τους νεκρούς και η αστυνομία ξανάνοιξε πυρ εναντίον τους. Αυτό ήταν το σύνθημα για να ανοίγει πυρ από πολλά μέρη, από το Αρχηγείο Αστυνομίας, το υπουργείο Εσωτερικών και ακόμη από πιο πέρα, στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Το πυρ ήταν άγριο και ωμό και συνεχίστηκε σποραδικά για μια ώρα περίπου, παρά τις βίαιες διαμαρτυρίες Βρετανών αξιωματικών…
(Ανταπόκριση - “The London Times”)
...“Δεν θα πυροβολήσετε μέχρις ότου αυτοί πατήσουν τον Άγνωστο· όταν πατήσουν τον Άγνωστο, πυρ κατά βούληση”...
Εκτός όμως από τις μαρτυρίες των δημοσιογράφων, ιδιαίτερα παραστατική και περιγραφική είναι και εκείνη του Βρετανού συνταγματάρχη Wilfred Byfor - Jones, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του “The Greek Trilogy: Resistance - Liberation- Revolution”:
“Παρατηρούσα τους διαδηλωτές να καταφθάνουν στην πλατεία κρατώντας τα πλακάτ τους και σημαίες αγγλικές, αμερικανικές, ρωσικές και ελληνικές. Καθώς η πορεία σχηματίζεται, τα μεγάφωνα συνεχώς μετέδιδαν τα συνθήματα τους. “Κάτω ο Παπανδρέου”, φώναζαν. “Κάτω η επέμβαση”, “Να δικαστούν οι δωσίλογοι”… Στάθηκα έξω από το καφενείο του Γιαννάκη, το οποίο βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου που στεγάζει τη διοίκηση της αστυνομίας… Με κατάπληξη διαπίστωσα ότι οι αξιωματικοί κρατούσαν όπλα έτοιμα να πυροβολήσουν… Η πορεία πλησίαζε: άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Δεν υπήρχε τίποτε σκυθρωπό ή απειλητικό. Μερικοί άνδρες κραύγαζαν με φανατισμό προς την κατεύθυνση του αστυνομικού τμήματος και του ξενοδοχείου, αλλά υπήρχε αρκετή ευθυμία και μεταξύ των διαδηλωτών και αυτών που ήταν στα πεζοδρόμια ανταλλάσσονταν πολλά αστεία. Την προσοχή μου απέσπασε κάτι που έμοιαζε με διαταγή, στα ελληνικά, και που ερχόταν από το μπαλκόνι πάνω μου. Η κεφαλή της διαδηλώσεως ήταν τώρα σε απόσταση τριάντα γυαρδών. Ο Σ. Μπάρμπερ, του Γιουνάιτεντ Πρες, μου είπε αργότερα ότι ήταν διαταγή να ανοιχτεί πυρ. Την επόμενη στιγμή, οι αξιωματικοί της αστυνομίας άρχισαν να οπλίζουν τα όπλα τους, όχι από κοινού όπως ένα πειθαρχημένο σώμα, αλλά διστακτικά, ο ένας μετά τον άλλον, σαν μερικοί από αυτούς να ήταν απρόθυμοι να υπακούσουν.
Αυτό που ακολούθησε ήταν τόσο φανταστικά εξωπραγματικό, που θα έλεγα ότι βλέπω κινηματογραφική ταινία. Το απόσπασμα των αστυνομικών άδειασε τα όπλα του στην διαδήλωση. Είχα ακούσει ατελείωτες ιστορίες για μαζικές εκτελέσεις Ελλήνων από Γερμανούς. Τις πίστευα και δεν τις πίστευα. Είχα δει ανθρώπους που γνώριζα και αγαπούσα πολύ να πεθαίνουν στο πλευρό μου στο πεδίο της μάχης, αλλά αυτά δεν με είχαν προπαρασκευάσει για τούτο που είδα να γίνεται σ’ αυτό τον πλατύ ηλιόλουστο δρόμο με τις δεντροστοιχίες, σε βάρος ανθρώπων που αστειεύονταν και γελούσαν, ενώ οι γλυκοί ήχοι από τις καμπάνες κρέμονταν ακόμα στον ήσυχο κυριακάτικο αέρα. Στην αρχή νόμισα ότι η αστυνομία χρησιμοποιούσε άσφαιρα ή ότι χτυπούσαν στον αέρα. Πολλοί άλλοι άνθρωποι σκέφτηκαν το ίδιο. Αλλά το κακό είχε γίνει.
Άνδρες, γυναίκες και παιδιά, που πριν από λίγα λεπτά φώναζαν, περπατούσαν, γελούσαν γεμάτοι τολμηρό πνεύμα, κυματίζοντας τις σημαίες τους και τις σημαίες μας, έπεσαν στο έδαφος, ενώ από τα κεφάλια και τα σώματά τους έσταζε αίμα στο δρόμο ή στις σημαίες που έφεραν. Οι πυροβολισμοί εξακολούθησαν να πέφτουν, αντηχώντας ανάμεσα στα ψηλά κτίρια και μεταξύ των ομοβροντιών ακούγονταν ξεφωνητά τρόμου και κλάματα πόνου, καθώς το πανικοβλημένο πλήθος έπεφτε πάνω στα ματωμένα κορμιά. Οι αστυνομικοί έμοιαζαν πια σα να φοβούνταν να σταματήσουν τους πυροβολισμούς και το θέαμα πρόσβαλε το αίσθημα της ευπρέπειας κάθε Άγγλου που έτυχε να το παρακολουθεί… Δεν θα ξεχάσω ποτέ μου αυτή τη σκηνή. Η κακότητα που είχαν σπείρει οι Γερμανοί, αποκαλυπτόταν σε μια αλλόκοτα εξωπραγματική παντομίμα θανάτου, κάνοντας τα κόκκαλά μου να ριγούν. Το πυρ, πάντα από την αστυνομία, συνεχίστηκε πάνω από μισή ώρα και οι οπαδοί του ΕΑΜ παρέμεναν στο έδαφος. Όταν τέλειωσε, πάνω από εκατό διαδηλωτές και των δύο φύλων και όλων των ηλικιών έκειντο νεκροί ή τραυματίες. Η διαδήλωση τότε παραφρόνησε. Χιλιάδες λαού βρυχόνταν απειλές και προκλήσεις προς την αστυνομία. Ήταν η πιο άσχημη στιγμή που είχα δει στη ζωή μου. “Θα τρέξουν τώρα προς το αστυνομικό τμήμα”, είπε κάποιος δίπλα μου. Βρετανικά τανκς είχαν ήδη φτάσει και καταλάμβαναν θέσεις γύρω από το κτίριο, σχηματίζοντας ένα σιδερένιο προστατευτικό κλοιό γύρω από το αστυνομικό τμήμα. Οι διαδηλωτές έμειναν εκεί κραυγάζοντας και φωνάζοντας, σχίζοντας τα πουκάμισά τους και ξεφωνίζοντας: “Πυροβολείστε, δειλοί, μισθοφόροι του Παπανδρέου.
Περιμέναμε κάθε στιγμή ότι το ΕΑΜ θα χρησιμοποιούσε όπλα. Στη σκεπή των αρχηγείων του ΚΚΕ, στην πλατεία, υπήρχε μι φωλιά πολυβόλου και θα μπορούσε να είχε ξεκαθαρίσει την περιοχή του αστυνομικού τμήματος με καταστροφικό πυρ. Αλλά το ΕΑΜ περιορίστηκε στο να καταριέται και να απειλεί. Δε νομίζω ότι υπήρχε άνθρωπος στη διαδήλωση, που ήταν οπλισμένος. Ήταν τέτοια η οργή του πλήθους, ώστε αν υπήρχε πρόθεση για σύρραξη, ο εμφύλιος πόλεμος θα είχε αρχίσει εκείνη τη στιγμή.”
Βασιλίσσης Σοφίας, στο σημείο μπροστά από το κτίριο της Γενικής Ασφάλειας μετά τους πρώτους πυροβολισμούς
Η αλήθεια σχετικά με την έναρξη των πυροβολισμών επισημοποιήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, στις 3 Δεκεμβρίου 1958, όταν ο Άγγελος Έβερτ, διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών κατά τα Δεκεμβριανά, ομολόγησε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Ακρόπολις”, ότι “εκείνην την στιγμήν ακριβώς και βάσει των διαταγών, τας οποίας είχον διέταξα υπευθύνως και εγώ την βιαίαν διάλυσιν των επιτιθεμένων διαδηλωτών…”. Επίσης, ο Νίκος Φαρμάκης, που ήταν τότε μέλος της οργάνωσης “Χ” και πήρε μέρος στην επίθεση εναντίον των διαδηλωτών, παραδέχθηκε ότι το σήμα το έδωσε ο Έβερτ από παράθυρο της Αστυνομικής Διεύθυνσης με ένα μαντήλι. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η εντολή ήταν: δεν θα πυροβολήσετε μέχρις ότου αυτοί πατήσουν τον Άγνωστο· όταν πατήσουν τον Άγνωστο, πυρ κατά βούληση. Οι πολίτες που έπεσαν νεκροί από αυτή την διαταγή ανέρχονταν στους 24 και οι τραυματίες πάνω από 140. Σύμφωνα με τον Θανάση Χατζή, Γενικό Γραμματέα του ΕΑΜ κατά τη διάρκεια της κατοχής, “η αλήθεια μπορεί να διατυπωθεί έτσι: Και να μην είχαν συμβεί τα γεγονότα της 3ης του Δεκέμβρη, άλλα γεγονότα θα κατασκευάζονταν, για να υπάρξει αφορμή έναρξης της εφαρμογής του σχεδίου “Μάννα”, που με τόση επιμέλεια είχαν προετοιμάσει οι Άγγλοι και με τόση επιμονή και συστηματικότητα προωθούσαν”.
Το ίδιο βράδυ, ο Παπανδρέου έκανε δημόσια δήλωση από τον ραδιοσταθμό της Αθήνας λέγοντας ότι “σήμερα η συνείδησή μας είναι καθαρή. Ολόκληρος η ευθύνη, ενώπιον της Ιστορίας και ενώπιον του Έθνους βαρύνει την ηγεσίαν της άκρας Αριστεράς. Εν ονόματι του Λαού και του Έθνους, κατηγορούμεν την ηγεσίαν της άκρας Αριστεράς ότι οδηγεί εις εμφύλιον πόλεμον, ο οποίος αποτελεί θανάσιμον συμφοράν της Πατρίδος.
Το Έθνος γνωρίζει ότι εξηντλήσαμεν όλας τας προσπαθείας μας δια την διατήρησιν της Εθνικής μας Ενότητος. Παρεμείναμεν σταθεροί εις την προσπάθειαν, διότι εγνωρίζαμεν ποία κατάρα δια τον τόπον θα ήτο ο εμφύλιος πόλεμος. Και σήμερον έχομεν την συνείδησιν ήρεμον ότι δεν επταίσαμεν. Οι ομάδες των διαδηλωτών ήταν εξοπλισμένες, πυροβόλησαν τα όργανα της τάξεως και αυτά αμυνόμενα αντιπυροβόλησαν και σημειώθηκαν θύματα.”
Το κτίριο της Γενικής Ασφάλειας, που βρισκόταν στη γωνία Πανεπιστημίου και Κηφισίας (νυν Βασιλίσσης Σοφίας)

Εκείνες τις ώρες, ύστερα από τη σωρεία ανοιχτών προκλήσεων και την επέλαση των αντιδραστικών, ο ΕΛΑΣ επιχειρεί να καταλάβει τις φυλακές Συγγρού και Χατζηκώστα, όπου βρίσκονταν φυγαδευμένοι δωσίλογοι. Οι επιθέσεις όμως ανακόπτονται από βρετανικές δυνάμεις. Με επιτυχία όμως καταλαμβάνει τα αστυνομικά τμήματα του Βύρωνα, της Καισαριανής, του Ζωγράφου, της Κυψέλης, του Κολωνού και των Πατησίων. Αρκετοί ήταν επίσης οι αστυνομικοί που τάχθηκαν με το μέρος του λαού.
Την επόμενη μέρα είχε κηρυχθεί, από το εκτελεστικό όργανο του Άγγλου πρωθυπουργού, ο στρατιωτικός νόμος. Παρόλα αυτά η γενική απεργία, στην οποία είχε καλέσει το ΕΑΜ είχε παλλαϊκή απήχηση. Τα πάντα ήταν κλειστά. Μεγάλο πλήθος κόσμου άρχισε να συρρέει στην πλατεία Συντάγματος για να κηδέψει του δολοφονημένους της προηγούμενης μέρας. Γύρω από το ξενοδοχείο “Μεγάλη Βρετανία”, όπου φιλοξενούνταν οι Άγγλοι και οι ντόπιοι συνεργάτες τους βρίσκονταν Άγγλοι στρατιώτες και ερπυστριοφόρα. Στις 11 οι διαδηλωτές προχώρησαν σε ενός λεπτού σιγή για τους νεκρούς. Αυτή τη φορά, δυνάμεις του ΕΛΑΣ φρουρούσαν το πλήθος που πορευόταν προς το νεκροταφείο. Ο Θανάσης Χατζής εξιστορεί μέσα από το έργο του “Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε” τη συνέχεια.
“Μια μεγάλη φάλαγγα διέσχιζε τη λεωφόρο Πανεπιστημίου. Όταν έφτασε μπροστά στο ξενοδοχείο “Μηρόπολις” στην Πλατεία Ομονοίας δέχτηκε ομαδικά πυρά από χίτες του Γρίβα, που είχαν στήσει ενέδρα. Ταυτόχρονα, σχεδόν, ο λαός δέχτηκε ομαδικά πυρά από αστυνομικούς, εδεσίτες, ταγματασφαλίτες και άλλα κακοποιά στοιχεία, που είχαν οχυρωθεί στη Γενική Ασφάλεια, την Τροχαία και το 4ο Αστυνομικό τμήμα.
Σαράντα νέοι νεκροί και πάνω από εβδομήντα τραυματίες ξαπλώθηκαν πάνω στην πλατεία και την άσφαλτο των δρόμων που βρίσκονταν γύρω από τις δολοφονικές εστίες. Φούντωσε η λαϊκή οργή και ξέσπασε ορμητικά. Σ’ αυτή την εκδήλωση ο λαός δεν ήταν άοπλος, όπως την προηγούμενη μέρα. Δίπλα του είχε τους ένοπλους ελασίτες. Η εντολή που είχαν πάρει από τη διοίκηση του Α’ ΣΣ ήταν να μην κάνουν χρήση των όπλων τους, πριν πάρουν διαταγή. Η ίδια, με αυστηρότητα, εντολή είχε δοθεί και από την επιτροπή πόλης της ΚΟΑ στις κομματικές οργανώσεις. Όλες οι εντολές και οι αυστηρές διαταγές ξεχάστηκαν μπροστά στο αίμα και τους νεκρούς που έπεσαν θύματα της νέας δολοφονικής πρόκλησης. Κανένα στέλεχος, πολιτικό ή στρατιωτικό, δεν θα μπορούσε να σταματήσει το ξέσπασμα της λαϊκής αγανάχτησης. Ο λαός όρμησε στο ξενοδοχείο “Μητρόπολις”. Τα αυτόματα και τα πολυβόλα του ΕΛΑΣ είχαν υποχρεώσει τους δολοφόνους να φύγουν από τα παράθυρα - πυροβολεία τους - και να αποσυρθούν στα απυρόβλητα μέρη του ξενοδοχείου. Κάθε αντίσταση των χιτών, των εδεσιτών και των ταγματασφαλιτών που φώλιαζαν στο μέγαρο – ενέδρα, είχε σταματήσει. Ο λαός, μη μπορώντας να σπάσει τη σιδερόφραχτη πόρτα ετοιμαζόταν να βάλει φωτιά και να τους κάψει ζωντανούς. Κείνη ακριβώς τη στιγμή έφτασαν οι “άγγελοι φύλακές τους”: Οι Άγγλοι με πολλά τάνκς, κύκλωσαν το ξενοδοχείο, απομάκρυναν το λαό από την είσοδο και γρήγορα φόρτωσαν τους προβοκάτορες - πραιτωριανούς τους και τους μετέφεραν στο οχυρωμένο από τον καιρό της κατοχής άντρο τους, στο Θησείο. Στο μεταξύ άλλα τμήματα του ΕΛΑΣ δίνανε σκληρές μάχες με τους δολοφόνους που είχαν οχυρωθεί στην Τροχαία, το 4ο Αστυνομικό Τμήμα και τη Γενική Ασφάλεια. Και εκεί η εμφάνιση των Άγγλων έσωσε, προσωρινά, τους δολοφόνους.
Δεν ήσαν μόνο αυτές οι προκλητικές επεμβάσεις των Άγγλων υπέρ των προβοκατόρων και των δολοφόνων, που έδειχναν, ακόμα και στους πιο ανίδεους από πολιτικής ανθρώπους, ότι οι Άγγλοι δεν αποτελούσαν συμμαχική δύναμη βοήθειας και συμπαράστασης: ήταν δύναμη εισαγωγής της αντεπανάστασης και οι δολοφονικές προκλήσεις ήταν το πρώτο μέρος του σχεδίου ένοπλης κυριαρχίας τους στην Ελλάδα.
Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων με τους δολοφόνους αστυνομικούς και συμμορίτες προβοκάτορες, έγιναν πολλές επεμβάσεις Βρετανών στρατιωτών. Ο Σκόμπυ, όπως είδαμε, σαν νέος Γκαουλάιτερ, κήρυξε το στρατιωτικό νόμο και συγκρότησε αγγλικό στρατοδικείο να δικάζει Έλληνες πολίτες. Στο Ρούφ, στις 3.12 το μεσημέρι, Άγγλοι στρατιώτες έφραξαν το δρόμο σε πατριώτες που ήθελαν να πάρουν μέρος σε μια διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στις απρόκλητες δολοφονίες. Στην επιμονή του λαού, οι Βρετανοί στρατιώτες έκαναν χρήση των όπλων τους, με αποτέλεσμα να τραυματίσουν δυο πατριώτες. Συλλάβανε 20 διαδηλωτές και τους πήραν μαζί τους φεύγοντας. Το πρωί, τέσσερα αγγλικά αυτοκίνητα, γεμάτα στρατό, ρίχτηκαν ξαφνικά στο ελασίτικο φυλάκιο της γέφυρας στο Περιστέρι και αφόπλισαν τους δέκα μαχητές της φρουράς. Το ίδιο επιχείρησαν να κάνουν και σε τμήματα του ΕΛΑΣ Βύρων και Ποδαράδων, αλλά συνάντησαν αποφασιστική αντίσταση. Οι Άγγλοι δεν τόλμησαν να προχωρήσουν σε ένοπλη σύγκρουση και έφυγαν άπρακτοι …
… Τις βραδινές ώρες, στις 4 του Δεκέμβρη, όλη η Αθήνα ήταν σε επαναστατικό συναγερμό. Τα αστυνομικά τμήματα πέφτανε το ένα μετά το άλλο και καταλαμβάνονταν από τους μαχητές της ΕΠ και τους πατριώτες αστυφύλακες. Όλοι οι αντιδραστικοί των Σωμάτων Ασφαλείας, οι προβοκάτορες των φασιστικών οργανώσεων και οι γερμανοοπλισμένοι, που βρήκαν νέα αφεντικά, έφευγαν από τις λαϊκές συνοικίες και συγκεντρώνονταν στο κέντρο της όλης, στο Γουδί και στο Σύνταγμα Χωροφυλακής, στη συνοικία Μακρυγιάννη, δηλαδή στους χώρους όπου ο Σκόμπυ είχε διαθέσει σοβαρές δυνάμεις, με τάνκς και πυροβόλα, για να τους προστατέψει από τη λαϊκή οργή.”
Το βράδυ, υπό το βάρος της κατάστασης και των εξελίξεων, ο Παπανδρέου ανακοινώνει, με τηλεγράφημα του προς την αγγλική κυβέρνηση, την πρόθεση του να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία της χώρας. Κλείνει την επιστολή του, ως άλλος Πόντιος Πιλάτος, λέγοντας ότι “τερματίζων τοιουτοτρόπως κυβερνητικόν έργον μου, έχω ήρεμον την συνείδησιν μου ότι υπηρέτησα με όλας μου τας δυνάμεις την πατρίδα και θεωρώ καθήκον μου και θεωρώ καθήκον μου να σας εκφράσω την βαθειάν ευγνωμοσύνην μου δι’ αμέριστον εμπιστοσύνην και συμπάθειαν με την οποίαν με περιεβάλατε”. Το μεσημέρι της επόμενης, ο Churchill στέλνει μήνυμα στον Leeper, με το οποίο καλεί τον Παπανδρέου να αφήσει τις “πολιτικολογίες”, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι “θα έχει ακέραιαν την υποστήριξιν της βρετανικής κυβερνήσεως δια παν μέτρον το οποίον θα λάβη, ακόμη και αν υπάρξη αματοχυσία”. Το βράδυ της ίδιας μέρας στέλνει μήνυμα στον Eden, λέγοντας του τα εξής:
“Δεν είναι τώρα καιρός για τσαλαβουτήματα στην ελληνική πολιτική ή για φαντασιώσεις, ότι τάχα οι Έλληνες πολιτικοί των διαφόρων αποχρώσεων μπορούν να επηρεάσουν την κατάσταση. Δεν πρέπει να ανησυχείτε για τη σύνθεση της ελληνικής κυβερνήσεως. Αυτή τη στιγμή πρόκειται για ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Πρέπει να υποχρεώσετε τον Παπανδρέου να κάνει το καθήκον του και να τον διαβεβαιώσετε ότι, αν το κάνει, θα υποστηριχτεί με όλες τις δυνάμεις μας. Αν παραιτηθεί, φυλακίστε τον έως ότου συνέλθει, όταν πια θα έχουν τελειώσει οι μάχες. Θα μπορούσε το ίδιο καλά να αρρωστήσει και να μην μπορεί να τον πλησιάσει κανείς. Έχει περάσει ο καιρός που η οποιαδήποτε ομάδα Ελλήνων πολιτικών θα μπορούσε να επηρεάσει αυτή την εξέγερση του όχλου. Η μόνη του ελπίδα είναι να βγει απ’ αυτή την κατάσταση τασσόμενος ανεπιφύλακτα στο πλευρό μας.”
Με την επιστολή του αυτή ο Βρετανός αποικιοκράτης, ούτε λίγο, ούτε πολύ, θέτει τα κομμάτια που απαρτίζουν το γεωπολιτικό σκηνικό στην πραγματική τους βάση. Ως “προϊστάμενος” τρίζει τα δόντια στον “υφιστάμενό” του (που γνωρίζει και έχει εξ’ αρχής αποδεχτεί ποιος κάνει κουμάντο), ξεκαθαρίζοντας ταυτόχρονα ποιος είναι το αφεντικό στη χώρα. Στη συνέχεια δεν διστάζει να χαρακτηρίσει ως “εξεγερμένο όχλο” έναν λαό που επαναστατεί και παλεύει για το δικαίωμά του στην εθνική αυτοδιάθεση, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι το κεφαλαιοκρατικό σύστημα δεν μπορεί να συμπορευτεί με την έννοια του έθνους, παρά μόνο χρησιμοποιώντας το τελευταίο σαν προκάλυμμα για να διασφαλίσει την διαιώνισή του. Παράλληλα, ο Άγγλος πρωθυπουργός θέτει το πλαίσιο της κρισιμότητας του ζητήματος της εξασφάλισης των αγγλικών συμφερόντων στην «αποικία».
Κατά τη διάρκεια της "Μάχης του Δεκέμβρη", το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ εξέδωσε εντολή, σύμφωνα με την οποία απαγορευόταν η χρησιμοποίηση του ευρύτερου χώρου της Ακρόπολης. Οι Άγγλοι δεν δίστασαν να εκμεταλλευτούν αυτή την απόφαση και να μεταβάλλουν το αρχαίο μνημείο σε ορμητήριο σφαγής και χώρο αναψυχής.

Στις 7 Δεκεμβρίου, ο Δημήτρης Παρτσαλίδης, από τη θέση του γραμματέα του ΕΑΜ, στέλνει ενημερωτική επιστολή στους πρεσβευτές της Αγγλίας, της Σοβιετικής Ένωσης, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γαλλίας και στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, με την οποία απαριθμεί τις βασικές προκλητικές ενέργειες των Άγγλων και των πρώην συνεργατών των Ναζί, κατά την ημέρα που προηγήθηκε:
“Σε συνέχεια της χτεσινής μας έκκλησης, με την οποία σας καθιστούσαμε γνωστή την απροκάλυπτη επέμβαση του Στρατηγού κ. Σκόμπυ στα εσωτερικά της Ελλάδας που αγωνίστηκε στην πρώτη γραμμή του αντιφασιστικού αγώνα, σας καταγγέλλουμε σήμερα τα ακόλουθα:
1. Στο κτίριο της Ειδικής Ασφάλειας (οδός 33ης Σεπτεμβρίου και Δεριγνύ) ήταν συγκεντρωμένοι όλοι οι απάνθρωποι βασανιστές του Ελληνικού Λαού, που είχανε συνεργαστεί στον καιρό της Γερμανικής κατοχής ανοιχτά με τους επιδρομείς. Ανάμεσα σ' αυτούς βρίσκονταν και χωροφύλακες της Ειδικής Ασφάλειας απ' την Κρήτη, γνωστότατοι στο μαρτυρικό αυτό νησί για τα όργια και τις θηριωδίες τους.
Τη στιγμή που επρόκειτο να αφοπλισθούν απ' τον αγωνιζόμενο λαό της Αθήνας, Άγγλοι στρατιώτες με τάνκς επενέβησαν χτες το πρωί και τους πήραν απ' τα χέρια του λαού δήθεν για να τους προστατέψουν.
Παρόμοιο περιστατικό συνέβη και στον Πειραιά. Άγγλοι στρατιώτες μεταφέρανε την περασμένη Δευτέρα στο Μέγαρο Βάτη, όπου διαμένουν οι ίδιοι, εξοπλισμένους αστυνομικούς και χωροφύλακες με την ίδια πρόφαση να τους προστατεύσουν. Χτές τους εξαπέλυσαν εναντίον του λαού του Πειραιά. Όταν ο Λαός τους κυνήγησε οι Άγγλοι στρατιώτες τους πήραν υπό την προστασία τους, με τον προφανή σκοπό να τους εξαπολύσουν και πάλι εναντίον του Λαού.
2. Στη σχολή των Ευελπίδων με την προστασία των Άγγλων στρατιωτών εξοπλίζονται άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας του Ράλλη και της φασιστικής οργάνωσης Χ, που φυσικά θα χρησιμοποιηθούν εναντίον του Ελληνικού Λαού.
3. Από χτες 6 Δεκέμβρη Αγγλικά αεροπλάνα πολυβολούν φανερά τον Ελληνικό Λαό που, ύστερα από τα δολοφονικά χτυπήματα που δέχτηκε απ' τις οργανωμένες δυνάμεις των φασιστών και εγκληματιών του πολέμου, αγωνίζεται τώρα για να προστατεύσει τη ζωή του, τις ελευθερίες και τη Λαϊκή κυριαρχία, από τις ίδιες εκείνες ορδές που χρησιμοποίησαν οι Γερμανοί εναντίον τους. Στην Καισαριανή είναι πάρα πολλά τα θύματα από ους εναέριους αυτούς πυροβολισμούς.
4. Αγγλικά τάνκς υποστηρίζουν ανοιχτά στην Καισαριανή τις επιχειρήσεις που διεξάγει η Ορεινή Ταξιαρχία, οι χωροφύλακες, οι δολοφόνοι των ταγμάτων Ασφαλείας του Κουΐσλιγκ Ράλλη, που αποφυλακίστηκαν επίτηδες για το σκοπό αυτό από το στρατόπεδο Γουδί, όπου είχαν κλειστεί μετά την απελευθέρωση της Αθήνας... Καταγγέλλοντας την κατάφωρη αυτή παραβίαση των διασυμμαχικών αποφάσεων και συμφωνιών της Τεχεράνης και Γκαζέρτας και τον στραγγαλισμό κάθε έννοιας δικαίου και ελευθερίας, ζητούμε να επέμβετε αμέσως για να πάψει το πυρ των βρετανικών στρατευμάτων εναντίον του αγωνιζόμενου λαού. Να πάψουν οι Άγγλοι στρατιώτες να προστατεύουν τις συμμορίες των δοσιλόγων και ν' αποσυρθούν στους στρατώνες, γιατί ο Ελληνικός Λαός είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί με όλα τα μέσα τη ζωή του και τις ελευθερίες του εναντίον οιουδήποτε κινδύνου.”
Ο εμφύλιος είχε ξεκινήσει… Με την αμέριστη βοήθεια των Άγγλων και την κατ’ ουσίαν ουδέτερη στάση των υπόλοιπων “συμμάχων” (είναι γεγονός ότι πολιτικοί των ΗΠΑ εξέφρασαν αρκετές προσωρινές διαμαρτυρίες για την ανοιχτή επέμβαση των Άγγλων στα πολιτικά πράγματα της χώρας, σύμφωνα με το μέχρι τότε δόγμα Monroe, ώσπου να πάρουν κι εκείνοι τη σκυτάλη από τους τελευταίους, σύμφωνα με το νέο δόγμα Truman), το παρακράτος των δωσίλογων είχε εξοπλιστεί και ήταν έτοιμο να επιβάλει την τρομοκρατία και το “Κράτος της Δεξιάς”.
Λόγω της μεγάλης δημοτικότητας και της κοινωνικής δυναμικής που είχε αποκτήσει το εαμικό κίνημα στα χρόνια της κατοχής, θα ήταν πρακτικά αδύνατο για τους αντιπάλους του, χωρίς εξωτερική βοήθεια, να αναμετρηθούν μαζί του. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην υποστηρικτική - δια της ολοκληρωτικής της απουσίας - στάση της ΕΣΣΔ προς τις αποικιοκρατικές ενέργειες των Άγγλων ιμπεριαλιστών. Έτσι, ενώ σε ολόκληρη την Ευρώπη την απελευθέρωση των χωρών ακολουθούσε η ποινική καταδίκη των και ο κοινωνικός στιγματισμός των εγκληματιών πολέμου και εκείνων που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, στην Ελλάδα, αυτοί όχι μόνο αμνηστεύθηκαν, αλλά κατάφεραν, με τη βοήθεια των “συμμάχων”, να ανέλθουν στην εξουσία, να πλαισιώσουν τον κρατικό (και κυρίως τον παρακρατικό) μηχανισμό και να εξοντώσουν το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.

Ήρθαν ντυμένοι φίλοι αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους. Έφεραν το Σοφό, τον Οικιστή, και το Γεωμέτρη, βίβλους γραμμάτων και αριθμών, την πάσα υποταγή και δύναμη, το παμπάλαιο φως εξουσιάζοντας. Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους. Ούτε μέλισσα καν δεν γελάστηκε το χρυσό ν’ αρχίσει παιχνίδι ούτε ζέφυρος καν, τις λευκές να φουσκώσει ποδιές. Έστησαν και θεμελίωσαν στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα πύργους κραταιούς και επαύλεις ξύλα και άλλα πλεούμενα, τους νόμους τους θεσπίζοντας τα καλά και συμφέροντα, στο παμπάλαιο μέτρο εφαρμόζοντας. Και το μέτρο δεν... έδεσε ποτέ με την σκέψη τους. Ούτε καν ένα χνάρι θεού στην ψυχή τους σημάδι δεν άφησε ούτε καν ένα βλέμμα ξωθιάς τη μιλιά τους δεν είπε να πάρει. Έφτασαν ντυμένοι «φίλοι» αμέτρητες φορές οι εχθροί μου τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας. Και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε παρά μόνο σίδερο και φωτιά. Στ’ ανοιχτά που καρτέραγαν δάχτυλα μόνο όπλα και σίδερο και φωτιά. Μόνο όπλα και σίδερο και φωτιά. Οδυσσέας Ελύτης - Το Άξιον Εστί (Ψαλμός Ζ')

"Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα". Το ποτισμένο με αίμα πανό του ΕΑΜ. Ο λαός, υπακούοντας στα προτάγματα του εθνεγέρτη Ρήγα Φεραίου και εκπληρώνοντας το χρέος του, διάλεξε τα όπλα. Οι "ηγέτες" της χώρας διάλεξαν τις αλυσίδες του αποικιοκράτη...

 "
Όταν η διοίκηση βιάζει, αθετεί, καταφρονεί τα δίκαια του λαού και δεν εισακούει τα παράπονά του, το να κάμνει τότε ο λαός, ή κάθε μέρος του λαού, επανάσταση, ν’ αρπάξει τ’ άρματα και να τιμωρήσει τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν απ’ όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητο απ’ όλα τα χρέη του." (Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής - Τα δίκαια του Ανθρώπου, Άρθρο 35) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου